του Γ. Σεβαστίκογλου
Ένα βίαιο παραμύθι ενηλικίωσης, ξετυλίγεται ανάμεσα στις αντιθέσεις…
Όνειρα που συνθλίβονται στην πραγματικότητα…
αλήθειες που βυθίζονται στα ψέματα…
κραυγές που πνίγονται στη σιωπή,
μνήμες που παρασύρονται στη λήθη…
και μια αναγκαία αντίσταση που παλεύει με την υποταγή…
Υπόθεση
Η Αγγέλα, ένα ορφανό κορίτσι, έρχεται από το χωριό της στο “μεγάλο κόσμο” της πρωτεύουσας αναζητώντας δουλειά, εκεί αντικαθιστά μια υπηρέτρια που έχει αυτοκτονήσει κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Στον σκοτεινό και περίπλοκο αυτό κόσμο θα συναντήσει τις άλλες υπηρέτριες, θα αφουγκραστεί τους καημούς τους, θα ανακαλύψει τα μυστικά τους, θ’ αποκτήσει φίλους κι εχθρούς. Πολύ σύντομα όμως, ο ερχομός του Λάμπρου, αδερφού της προκατόχου της, θα ανατρέψει κάθε ισορροπία, όταν η αγωνιώδης αναζήτησή του για τους πραγματικούς λόγους της αυτοκτονίας θα φέρει όλους τους ήρωες αντιμέτωπους με τα ηθικά τους διλήμματα και θα τους αναγκάσει να “πάρουν θέση”. Αγγέλα και Λάμπρος μοιραία εμπλέκονται σ’ ένα επικίνδυνο αλλά και γοητευτικό ταξίδι προς την αλήθεια, τον έρωτα και τη ζωή, ένα ταξίδι που αποδεικνύεται εξίσου επώδυνο και ανατρεπτικό με απρόβλεπτες συνέπειες για τους ίδιους αλλά και όσους τους περιτριγυρίζουν…
Λίγα λόγια για το έργο
Μέσα από την πορεία για την ανακάλυψη της αλήθειας, το έργο παρακολουθεί και αναδεικνύει την ηθική και ψυχική δοκιμασία των ηρώων, που διεκδικούν απεγνωσμένα το δικαίωμα τους για μια καλύτερη ζωή, γι’ αυτά τα “λίγα” και “απλά πράματα”:
μία πόρτα, ἕν᾿ ἄστρο, ἕνα σκαμνὶ
ἕνα χαρούμενο δρόμο τὸ πρωὶ
ἕνα ἤρεμο ὄνειρο τὸ βράδι
ἕναν ἔρωτα ποὺ νὰ μὴ μᾶς τὸν λερώνουν
ἕνα τραγούδι ποὺ νὰ μποροῦμε νὰ τραγουδᾶμε…
“Το ίδιο το έργο δεν αποτελεί ένα δράμα για τις υπηρέτριες, αλλά απομονώνει και φωτίζει τη λεπτομέρεια ενός μεγάλου πίνακα όπου αποτυπώνεται η διαχρονικότητα ενός μηχανισμού ηθικής διάβρωσης και διαφθοράς που συντηρείται από τους ισχυρούς. Ο μηχανισμός αυτός κυριαρχεί δραματουργικά στο στήσιμο της πλοκής, και γίνεται η αφορμή για την τελική αποκάλυψη της λειτουργίας του ίδιου του συστήματος”.
Για την Αγγέλα…
Η Αγγέλα δεν είναι ένα δράμα για τις υπηρέτριες και τη μοίρα τους, αλλά έργο που απομονώνει και φωτίζει τη λεπτομέρεια ενός μεγάλου πίνακα: την πραγματικότητα της δεκαετίας του ’50[…], με τις πληγές από το μετεμφυλιακό καθεστώς, των διώξεων και της αυθαιρεσίας να κακοφορμίζουν. Ο συγγραφέας επιλέγει μια ομάδα απόκληρων που υφίστανται έντονα την εκμετάλλευση και την καταπίεση, ενώ παράλληλα είναι ευάλωτη στη διαφθορά. Ο μηχανισμός της ηθικής διάβρωσης και της διαφθοράς που συντηρείται από τους ισχυρούς και τον κόσμο του χρήματος[..]κυριαρχεί δραματουργικά στο στήσιμο της πλοκής[..]και οδηγεί στην αποκάλυψη της λειτουργίας του ίδιου του συστήματος .[..]
Το έργο του Σεβαστίκογλου δεν καταγράφει απλώς τα περιστατικά, αλλά διερευνά τα αίτια πίσω από τα φαινόμενα, τα εντοπίζει και τα καταγγέλλει.[…]Το σύστημα λειτουργεί ομαλά όσο δεν συμβαίνει κανένα απρόοπτο, όσο κανείς δεν αντιδρά δεν διαμαρτύρεται από φόβο, δειλία, από συμφέρον ή υπολογισμό. Και η αυτοκτονία της Τασίας είναι μια αντίδραση απελπισίας που θα προκαλέσει την πρώτη ρωγμή. Στην πορεία του έργου το ενδιαφέρον επικεντρώνεται, όχι τόσο στη λύση του μυστηρίου, αλλά στα πρόσωπα και στην τοποθέτησή τους απέναντι στα περιστατικά[..], το κάθε πρόσωπο υπακούοντας στη δική του λογική, είναι υποχρεωμένο να εκδηλωθεί και να επαναπροσδιοριστεί. Ανανεώνεται κάθε φορά και οξύνεται το ηθικό δίλημμα: αντίσταση ή υποχώρηση μπροστά στον κόσμο της σήψης και της διαφθοράς.
Το ηθικό δίλημμά ορίζει τον κύριο δραματικό άξονα του έργου, ωστόσο η διάταξη των προσώπων γύρω από τον άξονα αυτό, είναι περίπλοκη. Γιατί οι χαρακτήρες είναι αντιφατικοί, ο καθένας με τις δικές του καταβολές και αδυναμίες, πάθη και ιδιαίτερες επιδιώξεις, συμβιβασμένοι και αγανακτισμένοι, ενδοτικοί και ανένδοτοι.
Ο Στράτος, ο άνθρωπος που ελέγχει το κύκλωμα, ο συνδετικός κρίκος του υποκόσμου με την εξουσία, έχει δίπλα τού την υποτακτική του Γεωργία, που είναι θύτης και θύμα μαζί, με την τυφλή της εξάρτηση από τον ερωμένο της. Θύμα που φέρνει ακέραια την ευθύνη της επιλογής της είναι η Νέρα, το ίδιο και η Άννα που στον απελπισμένο αγώνα για επιβίωση εκβιάζει, εκμεταλλεύεται τη σύγχυση, προσπαθεί να επωφεληθεί. Πολύ ακριβά, θυσιάζοντας το σπλάχνο της, θα πληρώσει η ανέμελη Φανή την αυθόρμητη αντίθεσή της με τη σπείρα των εκμαυλιστών.
Ωστόσο η επιχείρηση θα σκοντάψει κυρίως στην αντίσταση του Λάμπρου και της Αγγέλας, μια αντίσταση που θα υποχρεώσει τα όργανα του μηχανισμού να δείξουν το αληθινό τους πρόσωπο, ν’ αποκαλύψουν τις διασυνδέσεις που διατηρούν με την εξουσία, απ’ όπου αντλούν και τη δύναμή τους ή εξασφαλίζουν την ατιμωρησία τους. Και οι δυο χαρακτήρες, της επώδυνης ηρωίδας και του αγαπημένου της, δεν είναι εξαρχής δεδομένοι, φτιάχνονται μέσα στη δοκιμασία, σιγά σιγά στήνεται και ορθώνεται το ηθικό τους ανάστημα.
Όπως και σε πολλά κείμενα της ίδιας περιόδου η χρονολόγηση είναι εγγεγραμμένη στον ιδεολογικό ιστό του δράματος. Ωστόσο η Αγγέλα άντεξε και θα αντέξει ακόμα στη δοκιμασία του χρόνου, γιατί μέσα από τα περιστατικά μιας συγκεκριμένης συγκυρίας προβάλλει έντονες δραματικές καταστάσεις, διατυπώνει κρίσιμα ανθρώπινα προβλήματα και διλήμματα. Ζωντανεύει αυθεντικούς χαρακτήρες, που πείθουν με τις ατομικές τους συμπεριφορές και εκφράζονται με θεατρική γλώσσα σπάνιας πυκνότητας και εκφραστικής δύναμης.
(απόσπασμα από την ανάλυση του Δημήτρη Σπάθη για την “Αγγέλα”)
Σκηνοθετικό Σημείωμα
Μετά την περσινή εμπειρία με την “Αυλή των θαυμάτων” του Ι. Καμπανέλλη και με δεδομένη την απόφασή μας να συνεχίσουμε στο Altera Pars τη μελέτη του ελληνικού DNA μέσα από την ενασχόληση με το νεοελληνικό έργο, η ”Αγγέλα” του Γ. Σεβαστίκογλου αποτέλεσε για μένα μια επιλογή σχεδόν αυτονόητη… χαρακτήρες βαθιά ανθρώπινοι, τρισδιάστατοι, αντιφατικοί, τρωτοί, γλώσσα πυκνή σε νοήματα, λυρική, σχεδόν ποιητική, συνυπάρχουν σε ένα έργο με σαφή πολιτικό προσανατολισμό… Μετά το “Καμπαρέ των σκουπιδιών”, τον “Φάκελο”, τις “Παράπλευρες απώλειες”, τη “Μήδεια”, το “Μπέρντυ”, το “Χίμμελβεγκ”, η ”Αγγέλα” έρχεται να συμπληρώσει ιδανικά μια σειρά έργων αφύπνισης και προβληματισμού που στόχο έχουν τη διερεύνηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς απέναντι στα μεγάλα ζητήματα των ”καιρών μας”.
Ο συγγραφέας, εμπνευσμένος ενδεχομένως από τη γνωστή υπόθεση της ”Σπυριδούλας”, καταγράφει με έναν σκληρό ρεαλισμό, μέσα από τον μικρόκοσμο των υπηρετριών της εποχής, την εικόνα της Ελλάδας του ’50, όπου η φτώχεια, η εκμετάλλευση, η ανεργία και η ανάγκη για μετανάστευση, ματαιώνουν κάθε όνειρο και ελπίδα για “μια καλύτερη ζωή”… καταγράφει μία Ελλάδα -που τελικά τόσο μοιάζει με τη δική μας τη σημερινή- όπου ”οι μηχανισμοί της ηθικής διάβρωσης και της διαφθοράς που συντηρούνται από τους ισχυρούς και τον κόσμο του χρήματος”, πνίγουν κάθε αδύναμο, στερώντας του εν τέλει το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης και της αυτοδιάθεσης, υποβάλλοντας τον συνεχώς σε μια βασανιστική ηθική δοκιμασία που στόχο έχει την εξόντωση της ανθρώπινης του υπόστασης και την αφομοίωσή του από το Σύστημα…
Το έργο αρχίζει με την αυτοκτονία μιας 18χρονης υπηρέτριας, της Τασίας. Η έλευση του αδερφού της Λάμπρου και η αγωνιώδης αναζήτησή του για τα πραγματικά αίτια της πράξης της, θα αναγκάσει όλους τους ήρωες του έργου, να ζυγιάσουν τις ηθικές και ψυχικές τους αντοχές και να “πάρουν θέση”. Ο μικρόκοσμος της “ΑΓΓΕΛΑΣ”,εμφανίζεται ως μια μικρογραφία της κοινωνίας μας, όπου οι αντιδράσεις και οι συμπεριφορές ταλαντεύονται και αντιπαραβάλλονται: η τιμιότητα απέναντι στην ατιμία, οι αλήθειες στα ψέματα ή αντίσταση στην υποταγή.
Το ενδιαφέρον μετατοπίζεται σχεδόν εξ αρχής από την αποκάλυψη του μυστηρίου, αφού όλοι γνωρίζουν ή έστω υποψιάζονται την αλήθεια, στα πρόσωπα και στην τοποθέτησή τους απέναντι στα περιστατικά. Το ερώτημα ”Ποιόν είχε φίλο η Τασία;” επαναλαμβάνεται καθ΄όλη σχεδόν τη διάρκεια του έργου, αλλά τα στόματα παραμένουν ερμητικά κλειστά και οι συνειδήσεις ναρκωμένες. Μόνη συνοδοιπόρος και στήριγμα στην έρευνά του Λάμπρου, η νεαρή κοπέλα που την ίδια κιόλας ημέρα αντικατέστησε την αυτόχειρα στην οικία Παπά… η Αγγέλα… Το δεκαεπτάχρονο ορφανό χωριατοκόριτσο, σαν ηρωίδα βγαλμένη από λαϊκό παραμύθι, με έμφυτη ροπή στο καλό και το δίκαιο, “δε βολεύεται με λιγότερο ουρανό”, τολμά να κοιτάζει ψηλά, πιο ψηλά από τις ταράτσες των γκρίζων πολυκατοικιών, πέρα και πάνω από ‘κει που της έχει οριστεί. Έρχεται στην μεγαλούπολη αποφασισμένο να διεκδικήσει με πάθος το δικαίωμα του στο όνειρο και τη ζωή.
Ο αγνός, ανιδιοτελής και άνευ όρων “παραμυθένιος” έρωτας που γεννάται ανάμεσα στην Αγγέλα και τον Λάμπρο, θα τροφοδοτήσει το ζευγάρι με την απαραίτητη δύναμη ψυχής να ορθώσει το ηθικό του ανάστημα απέναντι στο “τέρας” της διαφθοράς. Μέσα σ’ αυτό το επικίνδυνο αλλά και γοητευτικό τους ταξίδι προς την αλήθεια τον έρωτα και τη ζωή, η Αγγέλα ενηλικιώνεται, συγκροτεί την επαναστατική της προσωπικότητα και γίνεται το σύμβολο του νέου ανθρώπου, του άφθαρτου που αντιστέκεται με γενναιότητα και αξιοπρέπεια απέναντι στο αδίστακτο σύστημα. Μπορεί αυτός ο άνθρωπος να νικήσει ή είναι καταδικασμένος να ηττηθεί;
Στο τελικό ερώτημα του έργου ο θεατής καλείται να απαντήσει ο ίδιος, στην αγωνιώδη κραυγή της ηρωίδας, αν η “ελπίδα” που προσωποποιείται στον αγαπημένο της, θα ζήσει;
Η απάντηση μάλλον, βρίσκεται στη στάση που όλοι μαζί κι ο καθένας ξεχωριστά επιλέγει να κρατήσει…
Τι να τον κάνω το σκοπό σου; Η στάση σου μου αρκεί.
Μπέρτολτ Μπρεχτ 1898-1956
Πέτρος Νάκος
ΕΝΑΡΞΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: 17 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2016